Βερολινέζος

Βερολινέζος
ο , Βερολινέζα η житель, -ница Берлина, берлин|ец, -ка

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "Βερολινέζος" в других словарях:

  • Βερολινέζος, -α — Βερολινέζος, ο θηλ. α αυτός που κατοικεί ή κατάγεται από το Βερολίνο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Βερολινέζος — ο (θηλ. α) ο κάτοικος του Βερολίνου ή εκείνος που κατάγεται από αυτό …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»